Με την Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας αντιμετωπίστηκαν ταυτόχρονα 3 διαφορετικά πράγματα.
- Η βουλιμία του Ερντογάν για περισσότερη διαπραγματευτική ισχύ.
- Η άρνηση του Τσίπρα να αντιμετωπίσει το πολιτικό κόστος του εγκλωβισμού των προσφύγων στην ενδοχώρα και ειδικά στα αστικά κέντρα.
- Η βούληση της Μέρκελ να δημιουργήσει ένα πρώτο «ανάχωμα» των προσφυγικών ροών (πριν τα εξωτερικά σύνορα της Ελλάδας προς ΕΕ). Αν δεν υπήρχε αυτό οι πολιτικές επιπτώσεις από την κατάσταση στην ελληνική ενδοχώρα θα οδηγούσαν στο άνοιγμα νέων «Βαλκανικών οδών».
Το σχέδιο της Μέρκελ (πλέον είναι το σχέδιο που εφαρμόζει η ΕΕ) δεν ήταν σχέδιο αποτροπής, όπως παρουσιαζόταν, αλλά σχέδιο ανάσχεσης των ροών. Όσοι γνωρίζουν τις τεχνικές, επιχειρησιακές και νομικές παραμέτρους της διαχείρισης αυτών των θεμάτων ήξεραν από την αρχή ότι είναι έτσι. Η κυβέρνηση κορόιδεψε τους νησιώτες, όπως έκανε από την αρχή στην περίοδο των ανοικτών συνόρων, ώστε να τους πείσει πως όλα θα γίνουν γρήγορα και θα είναι προς το συμφέρον τους.
Η αποτροπή από την ανάσχεση ως έννοιες και ως πολιτικές μοιάζουν. Το ένα όμως είναι σταμάτημα της διαδικασίας και το άλλο καθυστέρηση. «Ρεαλιστική» πολιτική είναι η δεύτερη. Η πρώτη είναι μη ρεαλιστική, αλλά και παράνομη. Η Μέρκελ μαζί με τα νησιά έκανε και δεύτερη πολιτική για την ενδοχώρα. Έδωσε (μέσω ΕΕ), πολλά χρήματα ώστε οι πρόσφυγες που ήταν στην ενδοχώρα πριν την Κοινή Δήλωση να μπορούν να μείνουν σε δομές και διαμερίσματα και να έχουν φαγητό και σχετική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι ίδιες παροχές υπάρχουν και μέχρι σήμερα γι’ αυτούς που προέρχονται από την αποσυμφόρηση των νησιών.
Αυτό που παρουσιάζεται ως προοδευτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ (δημιουργία δομών υποδοχής) και συγκρίνεται με εποχές αφραγκίας της ελληνικής πολιτείας, στην πραγματικότητα είναι μέθοδος ανάσχεσης. Με τις δομές αυτές οι πρόσφυγες μένουν για κάποιο καιρό στην Ελλάδα και δεν φεύγουν μαζικά για άλλες ευρωπαϊκές χώρες (δηλαδή τη Γερμανία). Παράλληλα γίνεται το κόλπο γκρόσο.
Κατά την περίοδο των «ανοικτών συνόρων» είχε ήδη τεθεί (από το 2009) σε αναστολή δικαστικώς η πρόβλεψη του Κανονισμού Δουβλίνο βάσει της οποίας επιστρέφονται για να κάνουν αίτηση ασύλου στην πρώτη χώρα εισόδου όσοι συλλαμβάνονται σε άλλο κράτος-μέλος ΕΕ. Η αναστολή έγινε μετά από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που μας καταδίκασε σαν χώρα για τις άθλιες συνθήκες υποδοχής που επικρατούσαν στη χώρα. Η αναστολή θα κρατούσε μέχρι να βελτιωθούν οι συνθήκες υποδοχής. Έτσι όταν έπεσαν τα πρώτα χρήματα για δομές στη χώρα ικανοποιήθηκε η απαίτηση του ΕΔΑΔ και έληξε η αναστολή. Άρα τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ακόμα ένα όπλο για τη διασφάλιση των δικών τους συνόρων.
Για να εφαρμοστεί η Κοινή Δήλωση θα έπρεπε να φτιαχτεί και ένας «νόμιμος τρόπος» ώστε να γίνουν πράγματα, που αν τα έλεγες πριν από αυτήν σε νομικούς ανά την Ευρώπη θα τραβούσαν τα μαλλιά τους. Έτσι στις 30 Μαρτίου του 2016 κατατέθηκε στην Βουλή νομοσχέδιο που ψηφίστηκε την πρωταπριλιά και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ την 3η Απριλίου που ήταν… Κυριακή.
Πρόκειται για το νόμο 4375/16. Ο εισηγητής μας τότε κ. Αρβανιτίδης είπε το παρακάτω που απηχεί την πραγματικότητα: «Πέρα από το άρθρο 60 όλα τα υπόλοιπα άρθρα του νόμου είναι προσχηματικά. Κάποια είναι περισσότερο, κάποια λιγότερο χρήσιμα. Χρειάζεται αναβάθμιση και η Υπηρεσία Ασύλου και η Υπηρεσία Πρώτης Υποδοχής, ώστε να ανταποκρίνονται στις νέες ανάγκες».
Το άρθρο 60 του νόμου αναφέρεται στις «διαδικασίες στα σύνορα». Σύμφωνα με την παράγραφο 2, αν δεν ληφθεί απόφαση για άσυλο εντός 28 ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης του αιτήματος ασύλου επιτρέπεται στον αιτούντα άσυλο να προχωρήσει στην ενδοχώρα. Σύμφωνα όμως με την παράγραφο 4: «Σε περίπτωση αφίξεων που αφορούν μεγάλο αριθμό πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας στα σύνορα» ακολουθείται άλλη διαδικασία. Μάλιστα στις μεταβατικές διατάξεις του ίδιου νόμου (παρ. 26 του άρ.80) ενεργοποιείται αυτόματα αυτή η εξαιρετική ρύθμιση. Από τότε μέχρι σήμερα έχει παραταθεί τέσσερις φορές. Τελευταία φορά παρατάθηκε (μέχρι το τέλος του 2019) με νομοσχέδιο που ψηφίστηκε 20 Δεκεμβρίου του 2018 και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ παραμονή Χριστουγέννων(!). Αυτή είναι η κομβική διάταξη που επιτρέπει στην κυβέρνηση να «παρανομεί».
Εφαρμόζοντας την εξαιρετική διαδικασία της παραγράφου 4 η κυβέρνηση μπορεί να ξεπερνά το εμπόδιο της παραγράφου 2, που ορίζει ρητά πως οι αιτούντες άσυλο φεύγουν από τα νησιά μετά από 28 ημέρες διαμονής σε αυτά.
Όπως είναι σαφές, αν ίσχυε η κανονική και όχι η εξαιρετική διαδικασία δεν θα υπήρχε το φαινόμενο Μόριας. Να τονίσουμε εδώ ότι οι 28 ημέρες είναι το μάξιμουμ των ημερών, άρα μπορούν να φύγουν και νωρίτερα. Η νομοθεσία αυτή είναι ενσωμάτωση οδηγίας, άρα είναι υποχρεωτική. Όμως η οδηγία δεν προβλέπει αυτό σε περίπτωση μαζικών αφίξεων. Λέει το παρακάτω:
«3. Στην περίπτωση αφίξεων που αφορούν μεγάλο αριθμό υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας στα σύνορα ή σε ζώνη διέλευσης, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη στην πράξη η εκεί εφαρμογή της παραγράφου 1, οι εν λόγω διαδικασίες μπορούν να εφαρμόζονται επίσης όπου και επί όσο χρονικό διάστημα φιλοξενούνται κανονικά οι συγκεκριμένοι υπήκοοι τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς σε σημεία πλησίον των συνόρων ή της ζώνης διέλευσης».
Με αυτήν τη «νομική αλχημεία» η κυβέρνηση κατάφερε να υπερβεί το εμπόδιο της ρητής αναφοράς σε προθεσμία 28 ημερών. Μετά από αυτό, η απόφαση για «γεωγραφικό περιορισμό» που την παίρνει ο… διευθυντής της υπηρεσίας Ασύλου, είναι ο εύκολος τρόπος για να μείνουν οι άνθρωποι στα νησιά. Μένουν εκεί μέχρι είτε να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες ή μέχρι να αναγνωριστεί η ευαλωτότητά τους ή μέχρι να πιστοποιηθεί ότι έχουν συγγενείς σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και συνεπώς μπορούν να «επανενωθούν» με αυτούς. Αυτό λέει η Κοινή Δήλωση.
Ευαλωτότητα
Το θέμα της ευαλωτότητας (και της οικογενειακής επανένωσης κάπως λιγότερο) είναι το «τρωτό» σημείο της συμφωνίας. Κανονικά παίζει ρόλο μόνο για τις συνθήκες φιλοξενίας όπου προτεραιοποιείται αυτός/ή ή μια οικογένεια που την έχουν. Τώρα είναι ουσιαστικά το παραθυράκι της Κοινής Δήλωσης. Η ίδια αναφέρει ότι αυτές οι περιπτώσεις εξαιρούνται από την επιστροφή στην Τουρκία. Οι πρόσφυγες έχουν καταλάβει ότι εφόσον έχουν προβλήματα υγείας ή άλλα έχουν μεγαλύτερες ελπίδες να περάσουν στην Ευρώπη. Συνεπώς έρχονται στα νησιά αυτοί που έχουν πρόβλημα. Έτσι εξηγείται και το υψηλό ποσοστό «ευαλωτότητας».
Η μέθοδος της διαπίστωσης της ευαλωτότητας δεν είναι απλή. Χρειάζεται να την πιστοποιήσουν ειδικοί και γι’ αυτό λόγω του μεγάλου αριθμού υπάρχουν καθυστερήσεις. Οι ευάλωτοι είναι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που φεύγουν με τα διάφορα προγράμματα αποσυμφόρησης. Μεγάλο θέμα όμως δεν είναι ο χρόνος που χρειάζεται για να διαπιστωθεί η ευαλωτότητα. Είναι και ο χρόνος που χρειάζεται για να φύγουν μετά την διαπίστωσή της. Δεν υπάρχει συνεχής ροή, αλλά συνδέουν την αποσυμφόρηση με την εύρεση χώρων διαμονής στην ενδοχώρα. Συνεπώς με την δικαιολογία της μη ύπαρξης χώρων κρατούν κόσμο στα νησιά. Το πιο ακραίο παράδειγμα είναι αυτό του φθινοπώρου, που ενώ γινόταν χαμός ο Βίτσας είπε ότι θα πάρει 3.500 – 4.000 από τα νησιά. Προφανώς όλοι αυτοί ήταν έτοιμοι από πολλούς μήνες πριν.
Η γρήγορη διαδικασία όμως, σύμφωνα με αυτούς που υλοποιούν την Κοινή Δήλωση, θα ήταν παράγοντας που θα προσέλκυε κι άλλους. Δεν το ομολογούν, αλλά γι’ αυτό το λόγο το κάνουν.
Τίποτα από αυτά που οδήγησαν σε αυτήν την κατάσταση δεν έχει υπερψηφιστεί από την κοινοβουλευτική μας ομάδα. Αντίθετα η ΝΔ υπερψήφισε το άρθρο 60. Το Ποτάμι υπερψήφισε επίσης και είναι (ο Δανέλλης) ένας από τους πιο φανατικούς υποστηρικτές της συμφωνίας. Πέρα από ΚΚΕ και ΧΑ, που καταψήφισαν για τους δικούς τους λόγους, και εμάς, δεν ψήφισαν το άρθρο η κα. Χριστοδουλοπούλου και η κα. Κατριβάνου που τώρα ποιούν την νήσσαν.
Γιαννουλέλης Γιώργος, Υποψήφιος Βουλευτής Ν. Λέσβου
ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ
Η ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΞΑΝΑ
ΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΗ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΞΙΖΕΙ