Μου άρεσε πάντα να κάθομαι μπροστά σ’ ένα παράθυρο και να κοιτάζω έξω!
Τη φύση, την αυλή, τη βεράντα, την πόλη, τον κόσμο όλο.
Να παρατηρώ και να παίρνω ενέργεια.
Θυμάμαι πως αυτή την συνήθεια την έχω από μικρή ηλικία, όταν έμενα στην μονοκατοικία της Αδαίου και το παράθυρό μου έβλεπε στην αυλή της Τζίνας από τη μια και στον πύργο του Βουγδή από την άλλη.
Μπροστά μας η αλάνα όπου μαζεύονταν τα αγόρια από όλες τις άλλες γειτονιές και έπαιζαν μπάλα.
Η μαμά τότε δεν με άφηνε να βγαίνω έξω για να μην με χτυπήσει καμία μπαλιά.
Πάντα όπου κι αν ήμουν προσπαθούσα να βλέπω έξω.
Έξω από το παράθυρο ενός λεωφορείου, έξω από το τρένο, το αυτοκίνητο, το αεροπλάνο.
Πάντα ήθελα ένα παράθυρο.
Στις πόλεις που βρέθηκα παρατηρούσα τους ανθρώπους βιαστικούς να κυνηγούν τον χρόνο αντί να περπατάνε, άλλους να βαδίζουν ήρεμα, λιγότερο αγχωτικά, κάποιους άλλους να κάθονται αμέριμνα σε ένα παγκάκι σ’ ένα πάρκο, σε μια καρέκλα καφενείου και άλλους να περιμένουν ανυπόμονοι κι όρθιοι κάποιο ραντεβού επαγγελματικό, φιλικό, ερωτικό.
Έτσι κάπως, βλέποντας απ’ έξω άρχισα να ξεχωρίζω την γλώσσα του σώματος.
Την προσωπικότητα, την ψυχική διάσταση ανθρώπων και χώρων, την ενέργειά τους.
Κι όλα αυτά γιατί μ’ αρέσει να βλέπω απ’ έξω… μέσα.
Η θέα προς τα έξω, από το παράθυρό μου, εξελίχθηκε τόσο ώστε να αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μένα και να γίνει αντικείμενο… μελέτης κοινωνιολογικού ενδιαφέροντος.
Ακόμα και με λίγο κουτσομπολίστικη διάσταση, το παράθυρο στον κόσμο κάνει τη διαφορά στη διάθεση μου και στον ψυχισμό μου.
Στις μεγαλουπόλεις η αυξημένη κίνηση των αυτοκινήτων, το μποτιλιάρισμα στα φανάρια, το ατελείωτο κονβόι, οι αναιδείς προσπεράσεις των πιο «έξυπνων», τα κορναρίσματα, συχνά οι βρισιές, άλλοτε με εξόργιζαν κι άλλοτε μ’ έκαναν να χαρακτηρίσω το ταπεραμέντο που χαρακτηρίζει έναν λαό.
Οι σκέψεις μου, για τις τσιμεντένιες πόλεις που αντικατέστησαν τις αυλές με τα γιασεμιά και το αγιόκλημα με μελαγχολούσαν πάντα.
Το παράθυρό μου πια δεν ήταν το ίδιο.
Τα αρχοντικά της Μυτιλήνης καταρρέουν
Η ιστορία μας και η ποιότητα ζωής μας υποβαθμίζεται.
Γιατί δεν ασχολείται κανείς μ’ αυτό;
Γιατί αφήνουν αυτά τα αριστουργήματα να γκρεμιστούν μόνα τους χωρίς φροντίδα;
Και ναι, οι παλιοί άρχοντες και ιδιοκτήτες τους δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν κάτι.
Οι τράπεζες που τα κατάσχουν γιατί τα εγκαταλείπουν;
Ο Δήμος γιατί αδιαφορεί;
Ποια χώρα στον κόσμο έχει τέτοια αριστουργήματα αφημένα στην εγκατάλειψη;
Κι ύστερα μου λένε για τεχνολογίες και τεχνητή νοημοσύνη, εξέλιξη και επιτεύγματα της επιστήμης.
Να βράσω την ανάπτυξη που δεν φροντίζει το παρελθόν και την ιστορία ενός τόπου.
Η Μυτιλήνη είναι τα αρχοντικά της και τα μνημεία της!
Ακόμα κι αυτά τα χαμόσπιτα στις παλιές γειτονιές έχουν μια συγκεκριμένη αξία. Τι σκοπεύουν να κάνουν οι ιθύνοντες;
Αυγόφετες
- 4 αυγά
- 1 1/4 φλ. γάλα
- βανίλια
- κανέλα
- μέλι
- λίγο αλάτι
- 6 χοντρές φέτες μπαγιάτικο ψωμί περίπου 2 εκατοστά η κάθε μια
- 120 γρ. βούτυρο
Εκτέλεση
- Σε μια λεκάνη χτυπάμε με σύρμα τα αυγά, το γάλα, τη βανίλια, την κανέλα και το αλάτι και αφήνουμε στην άκρη.
- Βάζουμε το ψωμί σε ένα πυρέξ και περιχύνουμε με το μείγμα αυγού.
- Τα αφήνουμε να σταθούν για 5-6 λεπτά και να ρουφήξουν το μίγμα.
- Αναποδογυρίζουμε τις φέτες και αφήνουμε ακόμη 5-6 λεπτά να ρουφήξουν το υγρό μείγμα.
- Ζεσταίνουμε βούτυρο σ’ ένα τηγάνι σε μέτρια προς χαμηλή φωτιά να λιώσει.
- Βάζουμε μια – μια φέτα και ροδίζουμε από κάθε μεριά.
- Προσθέτουμε λίγο βούτυρο και συνεχίζουμε με τις υπόλοιπες κατά τον ίδιο τρόπο.
- Σερβίρουμε με μέλι και κανέλα.
- Επίσης με φρέσκιες φράουλες κομμένες και ανακατεμένες με φέτες από μπανάνα.