- Η αφετηρία της σύγκρουσης εντοπίζεται σε μία σειρά αποφάσεων και δηλώσεων που έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη διοικητική αυτοτέλεια των δύο δήμων
- Το ζήτημα πλέον δεν είναι μόνο ποιος έχει τον έλεγχο, αλλά αν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά το μοντέλο αυτό χωρίς ριζική αναθεώρηση
Από τη ΔΕΥΑΛ και τη ΔΕΔΑΠΑΛ έως τον Σύνδεσμο Κοινωνικής Προστασίας, η αντιπαράθεση μεταξύ Μυτιλήνης και Δυτικής Λέσβου φέρνει στο φως τα θεσμικά κενά και τις πολιτικές ισορροπίες ενός «διχοτομημένου» νησιού.
Όταν το 2019 η Λέσβος χωρίστηκε διοικητικά στους Δήμους Μυτιλήνης και Δυτικής Λέσβου, πολλοί πίστεψαν πως ο διαχωρισμός θα έλυνε χρόνια προβλήματα και θα επέτρεπε σε κάθε πλευρά να επικεντρωθεί στις ανάγκες της. Πέντε χρόνια μετά, όμως, οι ισορροπίες αποδεικνύονται εύθραυστες, καθώς η συνεργασία σε κοινές δομές φθείρεται από τις πολιτικές και θεσμικές τριβές. Σήμερα, η Λέσβος παρακολουθεί μια υποβόσκουσα αντιπαράθεση που δεν περιορίζεται σε ρητορικές αιχμές, αλλά απλώνεται στις κρίσιμες διαδημοτικές αρχές. Τη ΔΕΥΑΛ, τη ΔΕΔΑΠΑΛ και τον Σύνδεσμο Κοινωνικής Προστασίας κι Αλληλεγγύης.
Η αφετηρία της σύγκρουσης εντοπίζεται σε μία σειρά αποφάσεων και δηλώσεων που έθεσαν υπό αμφισβήτηση τη διοικητική αυτοτέλεια των δύο δήμων. Αν και θεσμικά διακριτοί, οι δύο δήμοι συνεχίζουν να συνυπάρχουν σε κοινούς φορείς, μια συνθήκη που απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, συνεργασία και κυρίως πολιτική ωριμότητα. Όμως, το τελευταίο διάστημα, αυτά τα χαρακτηριστικά φαίνεται να λείπουν από τη δημόσια σκηνή.
Στη ΔΕΥΑΛ (Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης Αποχέτευσης Λέσβου), η διοίκηση αποτέλεσε το πρώτο σημείο τριβής. Ο πρόεδρος της επιχείρησης, ανώτατο στέλεχος με καθαρό στίγμα από τον Δήμο Μυτιλήνης, δέχθηκε σφοδρή κριτική από πλευράς του δήμου Δυτικής Λέσβου, ότι υποβαθμίζεται ο ρόλος της στην κατανομή πόρων, τεχνικών έργων και ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, εγείρονται ερωτήματα για τη διαχείριση των αποβλήτων και για έργα ύδρευσης που, σύμφωνα με τη Δυτική Λέσβο, κατευθύνονται μονομερώς υπέρ της Μυτιλήνης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η μετωπική σύγκρουση του δημάρχου Δυτικής Λέσβου, Ταξιάρχη Βέρρου και του προέδρου της ΔΕΥΑΛ, Παναγιώτη Βάλεση, με αφορμή τα έντονα προβλήματα λειψυδρίας και τη γνωστή αποτυπωθείσα φράση του προέδρου της ΔΕΥΑΛ ότι «μέσω εμού στοχεύετε το δήμαρχο Μυτιλήνης, Παναγιώτη Χριστόφα», ενώ ο δήμαρχος Μυτιλήνης, την ίδια μέρα, με δήλωσή του, στηρίζει τον πρόεδρο της ΔΕΥΑΛ.
Ακολουθεί η ΔΕΔΑΠΑΛ, η διαδημοτική εταιρεία διαχείρισης απορριμμάτων, που μετατρέπεται και αυτή σε πεδίο αντιπαράθεσης. Ο πρόεδρός της, κι αυτός πρόσωπο που συνδέεται με τον Δήμο Μυτιλήνης, βρίσκεται στο στόχαστρο. Ο Δήμος Δυτικής Λέσβου υποστηρίζει πως δεν λαμβάνει ισότιμη πληροφόρηση, ούτε ουσιαστικό λόγο στις αποφάσεις για κρίσιμες επιλογές.
Όμως, η αόρατη διαμάχη έβαλε στο κάδρο και τον Σύνδεσμο Κοινωνικής Προστασίας και Αλληλεγγύης, έναν θεσμό που διαχειρίζεται ευαίσθητα ζητήματα, όπως οι παιδικοί σταθμοί, οι δομές φροντίδας ηλικιωμένων και τα κοινωνικά προγράμματα. Στον πυρήνα αυτής της «καραμπόλας» εξουσιών δεν βρίσκονται μόνο οι προσωπικές στρατηγικές ή οι πολιτικές φιλοδοξίες, αλλά μια βαθύτερη αδυναμία του συστήματος διακυβέρνησης της Λέσβου. Η συνύπαρξη δύο δήμων με κοινές δομές, χωρίς σαφές νομικό πλαίσιο και χωρίς επαρκή μηχανισμό επίλυσης διαφορών, δημιουργεί έναν θεσμικό λαβύρινθο. Καθώς οι διοικήσεις αλλάζουν και οι πολιτικές ισορροπίες μετατοπίζονται, κάθε πλευρά πασχίζει να εδραιώσει τον έλεγχό της πάνω σε κρίσιμους φορείς.
Η έλλειψη σαφούς οριοθέτησης ρόλων στους διαδημοτικούς οργανισμούς, σε συνδυασμό με την απουσία ενός ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου, καθιστά σχεδόν βέβαιη την αναπαραγωγή τέτοιων κρίσεων. Το ζήτημα πλέον δεν είναι μόνο ποιος έχει τον έλεγχο, αλλά αν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά το μοντέλο αυτό χωρίς ριζική αναθεώρηση.
Οι δημότες, ωστόσο, βρίσκονται στη μέση ενός «αόρατου» πολέμου που πλήττει την καθημερινότητά τους. Από την ποιότητα του νερού έως τη λειτουργία των κοινών αυτών φορέων, επηρεάζει άμεσα τις ζωές τους. Και το να εργαλειοποιούνται τέτοιοι τομείς για πολιτικές αντιπαραθέσεις γεννά εύλογη αγανάκτηση.
Σε αυτή τη φάση, οι εκκλήσεις για επανεξέταση του θεσμικού πλαισίου συνεργασίας και ενδεχομένως για δημιουργία ανεξάρτητων διαδημοτικών μηχανισμών φαίνεται να αποκτούν ευρύτερη αποδοχή. Όμως, χωρίς πολιτική βούληση και ώριμο διάλογο, οι δομές θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως πεδία συγκρούσεων αντί για πεδία εξυπηρέτησης του πολίτη.
Υπάρχει βεβαίως και η άλλη «παράμετρος» που έχει να κάνει με τις χρόνιες παθογένειες των διαδημοτικών επιχειρήσεων και φορέων και που καμία δημοτική αρχή δεν επιθυμεί ν΄ αναλάβει, επωμιζόμενη το βάρος και το κόστος μιας τέτοιας λειτουργίας. Ακόμη και στην προοπτική δύο εξ αυτών, όπως είναι η ΔΕΥΑΛ και η ΔΕΔΑΠΑΛ που βρίσκονται στο στόχαστρο της ιδιωτικοποίησης.
Ερωτήματα
Στο πιθανό ενδεχόμενο να υπάρξουν θεαματικές εξελίξεις, όσον αφορά στην αλλαγή των προσώπων που σήμερα διοικούν, τίθεται κι ένα άλλο ζήτημα, «αόρατο» κι αυτό για το σύνολο των πολιτών, που έχει να κάνει με την αντικατάσταση των συγκεκριμένων προσώπων. Αν, λοιπόν, αλλάξουν ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΛ, της ΔΕΔΑΠΑΛ και του Συνδέσμου Κοινωνικής Πρόνοιας κι Αλληλεγγύης, τίθεται εύλογα το ερώτημα, το πού θα τοποθετηθούν στη συνέχεια. Και κυρίως ποιων τη θέση θα καταλάβουν. Και τούτο, μιας κι όπως διαφαίνεται για τον πρόεδρο της ΔΕΥΑΛ υπάρχουν έντονες διαμαρτυρίες από την πλευρά του δήμου Δυτικής Λέσβου, για τον δε πρόεδρο της ΔΕΔΑΠΑΛ, το πρόσφατο δημοσίευμα των Νέων της Λέσβου που αφορούσε στην πρόθεση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Περιβάλλοντος, Μανώλη Γραφάκου, να προτάξει-προτείνει τον δήμαρχο Χίου, για πρόεδρο του υπό σύσταση ΦΟΔΣΑ Βορείου Αιγαίου.
Για τον δε πρόεδρο του Συνδέσμου, η πιθανότητα ν’ αλλάξει, εντάσσεται στην υποβόσκουσα διαμάχη των δύο δήμων και στη λογική πως αν συμπλεύσει το ένα μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου, που ανήκει στην αντιπολίτευση, τότε η διοίκηση περιέρχεται στα χέρια του Δήμου Δυτικής Λέσβου. Πιθανό επινίκιο του «αόρατου» πολέμου. Από την καραμπόλα της… εξουσίας κάποιοι, προφανώς θα την πληρώσουν. Και εκείνοι που βρίσκονται πλησίον της «στέκας» που θα χτυπήσει τη μπάλα της διαμάχης, θα είναι εκείνοι που κομματικά, δεν βρίσκονται κοντά στην πλειοψηφούσα παράταξη του Δήμου Μυτιλήνης.
Το στοίχημα για τη Λέσβο είναι αν μπορεί να διαχειριστεί τη θεσμική της πολυπλοκότητα με συνεργασία, αντί για αντιπαράθεση. Διότι η «καραμπόλα εξουσιών» μπορεί να είναι θεαματική, αλλά αφήνει πίσω της σπασμένες δομές, χαμηλή εμπιστοσύνη και πολίτες που νιώθουν ολοένα και πιο αποκομμένοι από τη δημοτική διακυβέρνηση.