Παρασκευή, 10 Μαΐου, 2024

Ο ΧΑΡΗΣ ΓΡΑΜΜΟΣ ΣΤΟ BN SPORTS: «Στον τελικό του Γουέμπλεϊ, το Λονδίνο θύμιζε ελληνική αποικία»

Άρθρα & Δημοσιεύσεις

Τελευταία Άρθρα & Ειδήσεις

Όσα χρόνια και αν περάσουν, τέτοιες στιγμές θα μείνουν αλησμόνητες στις μνήμες όλων όσων είχαν την τύχη να τις ζήσουν, αλλά και όσων μεγάλωσαν ακούγοντας ιστορίες γι’ αυτές. Συμπληρώνονται 52 χρόνια από την ημέρα της 2ας Ιουνίου που ο Παναθηναϊκός ταξίδεψε στο «Γουέμπλεϊ», για να αντιμετωπίσει τον Άγιαξ.

Αποτελεί την σπουδαιότερη επιτυχία της Ελλάδας στην Ευρώπη, σε συλλογικό επίπεδο, και όλοι ονειρεύονται να μπορέσουν να ζήσουν κάτι ανάλογο. Κάτι πολύ δύσκολο, αν αναλογιστεί κανείς τον δρόμο των «πρασίνων» για να φτάσουν μέχρι εκεί. Μία πορεία γεμάτη εμπειρίες, με έναν εκ των πρωταγωνιστών της να θέλει να τις μοιραστεί με το φίλαθλο κοινό.

Ο Μυτιληνιός, Χάρης Γραμμός, αγωνίστηκε για 10 χρόνια στον Παναθηναϊκό, καταγράφοντας 215 συμμετοχές με την φανέλα του, ενώ είχε πετύχει και 56 γκολ και αφηγείται στο BN Sports το ταξίδι έως το «Γουέμπλεϊ». Από το δρόμο προς τον τελικό και το ελληνικό… άρωμα που διακατείχε το Λονδίνο, έως τον Φέρεντς Πούσκας, τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, αλλά και τον κόσμο της ομάδας.

 

«Παίζαμε στην Ευρώπη και τον Πούσκας τον αγκαλιάζανε και τον προσκυνούσανε»

Ο «θρυλικός» Φέρεντς Πούσκας, ειδήμων του θεσμού, αφού τον κατέκτησε τρεις φορές ως ποδοσφαιριστής με την φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης, ανέλαβε τον Παναθηναϊκό ως προπονητής, το καλοκαίρι του 1970. Αμέσως, η προσωπικότητά του ενέπνευσε τους παίκτες, ενώ το φιλικό προετοιμασίας που κανόνισε απέναντι στην «Βασίλισσα» (05/09/1970) στο «Σαντιάγκο Μπερναμπέου», ήταν που ξεκίνησε αυτήν την τρελή πορεία.

«Είχαμε πάει για προετοιμασία. Ήταν μία πρωτόγνωρη εμπειρία, επειδή οι περισσότεροι ήμασταν νέα παιδιά. Ήταν απίστευτο το να παίζεις μέσα στο ‘’Μπερναμπέου’’ και νομίζω ότι αυτό μας ωφέλησε, παίζοντας κόντρα στην μεγάλη Ρεάλ, αλλά και μας έδωσε μία μικρή εμπειρία για την μετέπειτα πορεία στην Ευρώπη.

Τον Πούσκας δεν τον νιώθαμε μόνο στα αποδυτήρια. Τον βλέπαμε, τον εισπράτταμε και όταν πηγαίναμε στο εξωτερικό για παιχνίδια, ο κόσμος έφτανε στο σημείο μέσα στον δρόμο να τον αγκαλιάζει και να τον προσκυνάει. Ήταν τόσο μεγάλη προσωπικότητα.

Μας ενέπνεε και εμείς τον θαυμάζαμε. Για τα ψυχικά του αποθέματα, για τον τρόπο σκέψης του και για το ότι αυτός μας έδωσε την ψυχολογία για να κάνουμε κάτι καλύτερο εκτός συνόρων. Εμείς δεν είχαμε καμία εμπειρία, ήμασταν 18 ελληνόπουλα και είχαμε ελάχιστες παραστάσεις. Αλλά μας έβγαζε την ψυχολογία ότι μπορεί να γίνει γνωστός ο Παναθηναϊκός και εκτός της Ελλάδας».

 

«Τότε καταλάβαμε ότι μπορούμε να προχωρήσουμε… »

Ο πρώτος αντίπαλος του «τριφυλλιού» ήταν η Ζενές Ες από το Λουξεμβούργο, την οποία ξεπέρασε με δύο εύκολες νίκες (2-1, 5-0). Στην συνέχεια, παρουσιάστηκε το εμπόδιο της Σλόβαν Μπρατισλάβας, αλλά και μία τεράστια ευκαιρία για μία ιστορική πρόκριση.

«Όλες οι ομάδες με τις οποίες παίξαμε ήταν γνωστές στην Ευρώπη και είχαν κατακτήσει τα πρωταθλήματα στην χώρα τους, ενώ η Σλόβαν Μπρατισλάβας είχε πάρει και το Κύπελλο Κυπελλούχων την προηγούμενη χρονιά. Ήταν γνωστές και με μεγάλες επιτυχίες. Από την αρχή ο Πούσκας μας έλεγε να παίξουμε, να το χαρούμε το παιχνίδι και ότι εμείς δεν έχουμε κάτι να χάσουμε, αλλά μπορούμε να κερδίσουμε πολλά.

Και ότι αν προκριθούμε στην επόμενη φάση θα μας μάθουν όλοι και τελικά έτσι έγινε. Ποτέ δεν μας άγχωνε. Γινόταν πανηγύρι στο Γουέμπλεϊ με 30.000 Έλληνες και αυτός ήταν ήρεμος. Μας ζήτησε να χαρούμε το παιχνίδι, γιατί στη ζωή μία φορά τυχαίνουν αυτά τα πράγματα και αυτό μας έδινε μία ηρεμία. Πραγματικά, χαιρόμασταν κάθε παιχνίδι».

Παρότι ήταν το αουτσάιντερ, κέρδισε την πρωταθλήτρια Τσεχοσλοβακίας με 3-0 στην «Λεωφόρο», με γκολ των Δομάζου (3’), Αντωνιάδη (55’) και Δεληγιάννη (88’), ενώ η ήττα με 2-1 στην Μπρατισλάβα δεν του στοίχισε, με τον Γραμμό να αισθάνεται ότι είχαν την υποστήριξη όλης της Ελλάδας.

«Από το ματς με την Σλόβαν καταλάβαμε ότι μπορούμε να προχωρήσουμε. Ήρθε ο ενθουσιασμός, μας μετέφερε και τον δικό του ο κόσμος του Παναθηναϊκού και όχι μόνο. Πιστεύω ότι όλοι οι αγνοί φίλοι του ποδοσφαίρου ήταν κοντά μας και κατορθώσαμε να περάσουμε πολύ δύσκολους αντιπάλους».

Αφού οι «πράσινοι» προκρίθηκαν και έναντι της Έβερτον, στα ημιτελικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον Ερυθρό Αστέρα. Παρότι έχασαν με 4-1 στο Βελιγράδι, κατόρθωσαν να επικρατήσουν με 3-0 στον επαναληπτικό και να προκριθούν στον τελικό του «Γουέμπλεϊ», με τέρματα των Αντωνιάδη (2’, 54’) και Καμάρα (68’), όπου θα έπαιζαν κόντρα στον Άγιαξ.

«Ο Ερυθρός Αστέρας ήταν ομαδάρα τότε, πολλοί έπαιζαν στην Εθνική Γιουγκοσλαβίας, αλλά φτάσαμε στον τελικό. Έτσι, είχε γίνει το ποδοσφαιρικό γεγονός της Ελλάδας από μία στιγμή και μετά».

 

«Στο πρώτο δεκάλεπτο μας έπιαναν κράμπες από το άγχος»

Η ελληνική παρουσία ήταν έντονη και εντός αλλά και εκτός γηπέδου και η ευκαιρία τεράστια. Πράγμα πολύ δύσκολο να διαχειριστείς όταν αγωνίζεσαι εκεί σε τόσο νεαρή ηλικία, με τον Άγιαξ εν τέλει να επικρατεί με 2-0.

«Η αγαπημένη μου σκηνή ήταν πριν το παιχνίδι. Είχαμε πάει 15 μέρες πριν και έβλεπες ένα Λονδίνο που θύμιζε ελληνική αποικία. Δεν έβλεπες μόνο τις σημαίες του Παναθηναϊκού, αλλά και πολλές ελληνικές σημαίες, ακόμη και του Ολυμπιακού. Ήταν κάτι το ξεχωριστό και πιστεύω ότι με αυτήν την πορεία έγινε γνωστό το ελληνικό ποδόσφαιρο στην Ευρώπη.

Θεωρώ ότι σταθήκαμε πολύ καλά μέσα στο ‘’Γουέμπλεϊ’’ και αν δεν είχαμε φοβηθεί τόσο το παιχνίδι θα τα είχαμε πάει πολύ καλύτερα. Όλοι είχαμε εντυπωσιαστεί μπαίνοντας στο γήπεδο. Όταν μπαίνεις εκεί μέσα με 80.000 κόσμο, εκ των οποίων 30.000-40.000 ήταν Έλληνες, χρειάζεσαι χρόνο μέχρι να συνέλθεις, πόσο μάλλον εγώ, που αντίκριζα αυτήν την εικόνα στα 22 μου μόλις χρόνια.

Στο πρώτο δεκάλεπτο μας έπιαναν κράμπες από το άγχος και την αγωνία. Είχαμε φάει και το γκολ στα πρώτα λεπτά, μέχρι να μπούμε στο κλίμα και στο πνεύμα του παιχνιδιού. Γι’ αυτό στο 2ο ημίχρονο παίξαμε πολύ καλύτερα. Εμείς αδικήσαμε τους εαυτούς μας, με την έννοια ότι αν δεν είχαμε φοβηθεί τόσο το παιχνίδι και γκολ μπορούσαμε να βάλουμε, αφού είχε χάσει και ο Αντωνιάδης εκείνη την ευκαιρία με την κεφαλιά…

Ζήσαμε μία τρομερή εμπειρία και έρχεται κάποιος μετά από 52 χρόνια και θυμάται αυτό το γεγονός. Είναι πολύ σημαντικό και θεωρώ ότι ήμαστε πολύ τυχεροί και ευλογημένοι που βρεθήκαμε εκεί, να παίζουμε σε ένα τέτοιο παιχνίδι και τόσα χρόνια μετά ο κόσμος να μας θυμάται και να μας αγαπάει.

Αυτό πιστεύω μας έχει μείνει, αυτό εισπράξαμε γιατί τότε χρήματα δεν παίρναμε, ήταν ελάχιστα τα λεφτά. Είναι όμως κάτι που θα θυμούνται όλοι».

Προηγούμενο άρθρο
Επόμενο άρθρο
spot_img

More articles

spot_img
spot_img