Γράφει ο Δημήτρης Χατζηλίας
Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από τη μικρασιατική καταστροφή και το μεγάλο διωγμό. Είχαν προηγηθεί, βέβαια, ο διωγμός του 1914 και η παλιννόστηση του 1918. Οι Τούρκοι από το 1908 άρχισαν να καταπιέζουν τους Έλληνες της Μικράς Ασίας με σκοπό να εγκαταλείψουν τη χώρα τους. Μεταξύ των μέτρων που πήραν ήταν η κατάργηση πολλών προνομίων, οι εισφορές και επιτάξεις, οι εξισλαμισμοί και η κατάργηση, κύρια, της δυνατότητας εξαγοράς της στρατιωτικής υποχρέωσης. Τους κατατασσόμενους στον τουρκικό στρατό χριστιανούς τους τοποθετούσαν σε τάγματα εργασίας στο εσωτερικό της χώρας, όπου οι πολλοί πέθαιναν. Αυτό ίσχυε για όλους τους χριστιανούς και τους χριστιανούς του Σκαλοχωρίου.
Εξαπέλυσαν, επίσης, διά του τύπου πολύμορφη ανθελληνική εκστρατεία. Από τις αρχές του 1912, και πιο μπροστά, πολλοί Σκαλοχωρίτες που ήταν εγκατεστημένοι στη Μ. Ασία έστειλαν τις οικογένειές τους στο Σκαλοχώρι.
Ο Γεώργιος Δ. Ζερβόγλου σε γράμμα του από το Κιμμέρι, στις 18-09-1912, στον κουμπάρο του Δημήτριο στο Σκαλοχώρι έγραφε: «Να φροντίσεις τι θα κάμεις, μην λυπάσαι παράδες κι αν δεν μπορέσεις να γλυτώσεις μανθάνομεν ότι εις Αγίαν Παρασκευήν πιάνουν αντιπρόσωπον με δύο-τρεις λίρες, δίνουν και εις τον κουμαντάρι και γλυτώνουν». Κάτι ανάλογο έγραψε και το 1914 για τον ανιψιό του Βασίλη. Βρείτε τρόπο, τους είπε, μην πάει στρατό «κι εγώ θα στείλω χρήματα».
Σε άλλο γράμμα του τον Ιανουάριο του 1914 έγραψε: «Η εργασία είναι όλα καθώς τα ξέβρετε. Δεν επώλησα τίποτα, όλα στέκονται, αλλά υποφέρω πολύ, δεν ξέβρω τί θα κάμουμε, αλλά υποφέρω πολύ…. Βλέπω να γράφετε και διά χαρτζιλίκι, αλλά δεν βρίσκω μέσον διά να σας στείλω. Αν και έρχονται μερικοί διά να δουν τα παιδιά τους, έρχονται κρυφά».
Σε τρίτη επιστολή, στις 7 Μαΐου 1914, έγραψε: «Κύριε κουμπάρε χαίρε. Έλαβα την επιστολή του Βασίλη και είδα να παραπονιέσθε διά χαρτζιλίκι. Εκείνα που τραβάμε εμείς εδώ δεν ξέβρετε τούτες τις εποχές. Μας ψήνουν ψάρι στα χείλη. Από το μαγαζί μας έβγαλαν, το έκαμαν δέκα λίρες. Το πράμα το έδωσα με προθεσμίαν στον Χατζή Χασίμ, αλλά και αν καθόμαστε δεν θέλαμε κάμει τίποτε, ένεκα δεν αφήνουν να κάνουν δουλειά με τους χριστιανούς, τους καταδιώχνουν».
Τον Μάιο του 1914 υπήρχαν στο Σκαλοχώρι 157 πρόσφυγες που «είχαν ανάγκη βοηθείας». Στις 18-06-1914 παρέχεται για πρώτη φορά χρηματική βοήθεια σε 31 οικογένειες προσφύγων του χωριού. Η βοήθεια ήταν 30 λεπτά για τους μικρότερους των 15 ετών και 60 λεπτά για τους μεγαλύτερους. Τη διανομή έκανε τριμελής επιτροπή που αποτελείτο από τους Ανέστη Καραμήτρο, Ιγνάτιο Χατζηλία και Ιωάννη Τριανταφύλλου.
Τόπος καταγωγής-προέλευσης των πρώτων αυτών προσφύγων που αναφέραμε ήταν: Από τη Νέα Φώκαια 14 οικογένειες, από το Κιοσέ Ντερέ 6, από το Κιομέτζι 5, από το Κιμμέρι 3, από Φρένελι 2 και από Αδραμύττι μία οικογένεια. Η ηλικία των πρώτων αυτών προσφύγων ήταν: Σαράντα εννέα (49) παιδιά μέχρι 12 ετών, δέκα οκτώ (18) μέχρι 20 ετών, σαράντα πέντε (45) ηλικίας 21-49 ετών, δέκα εννέα (19) ηλικίας 50-60 ετών και έξι (6) άνω των 60 ετών. Στις ηλικίες 18-30 ετών υπήρχαν 16 γυναίκες κι ένας ασθενής άνδρας.
Τα έτη 1914 και 1915 άλλοι πρόσφυγες έρχονταν κι άλλοι έφευγαν από το Σκαλοχώρι. Υπήρχε συνεχής μετακίνηση. Στους πίνακες προσφύγων της Νομαρχίας Λέσβου αναγράφεται ότι στο Σκαλοχώρι υπήρχαν τον Ιανουάριο του 1916 ογδόντα (80) προσφυγικές οικογένειες με 247 άτομα.
Το μεγάλο πρόβλημα ήταν η στέγαση και κυρίως η σίτιση. Στεγάστηκαν σε ακατοίκητα χριστιανικά και τουρκικά σπίτια, σε δημόσιους χώρους, σε συγγενικά-φιλικά σπίτια και σε αγροτικές κατοικίες.
Διαβάζουμε σε τοπική εφημερίδα το Νοέμβριο του 1916: «Πατρικώς μεριμνώσα η Εθνική Κυβέρνησις ευηρεστήθη να αυξήση το επίδομα των προσφύγων κατά το ήμισυ περίπου του νυν χορηγουμένου… Εις οικογένειαν μονομελή λαμβάνουσαν μέχρι τούδε δρχ. έξι (6) θα χορηγηθώσι δρχ. 9, …εις τετραμελή οι 18 γίνονται 25 και εις πενταμελή οι 22 δραχμές γίνονται 30». Στους πρόσφυγες μοίραζαν, ακόμη, σιτάρι, ζάχαρη κι άλλα τρόφιμα. Στην επιτροπή τροφίμων το 1917 μετείχαν οι: Στυλιανός Παπαδόπουλος, Εμμανουήλ Παύλου και Μιλτιάδης Κόντης.
Σημείωση: Ο πληθυσμός του Σκαλοχωρίου στις 25-05-1914 ήταν, όπως φαίνεται στον πίνακα, 2.179 άτομα (1.330 χριστιανοί και 849 μουσουλμάνοι).
* Ο Δημήτρης Χατζηλίας είναι Εκπαιδευτικός, Πολιτικός Επιστήμονας και Νομικός.