Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου
Όλοι γνωρίζουμε πως η Γραφή είναι γεμάτη με παραδείγματα ανθρώπων μετάνοιας και παραδείγματα της αγάπης του Θεού. Την Κυριακή η Εκκλησία μας τιμάει την μνήμη του αποστόλου και ευαγγελιστού Ματθαίου. Γι’ αυτό, το ευαγγελικό ανάγνωσμα (Μτ. θ΄ 9-13) περιγράφει τη συνάντηση μεταξύ του Χριστού και του Ματθαίου. Ο κεντρικός άξονας του κυριακάτικου ευαγγελίου είναι ο λόγος του Κυρίου μας: «Δεν ήρθα να καλέσω τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς σε μετάνοια». Αυτή είναι η στάση ζωής μας και το ήθος της Εκκλησίας.
Άλλωστε, για μας άγιος δεν είναι ο «αναμάρτητος», αλλά ο «μετανοών» άνθρωπος. Τέτοιο παράδειγμα αληθινής μετάνοιας είναι ο Ματθαίος. Τι ήταν ο Ματθαίος; Ένας φοροεισπράκτορας, ένας πλεονέκτης και ένας άνθρωπος μισητός της περιόδου εκείνης. Παρά αυτή του την κατάσταση, ο Ματθαίος διατηρούσε μέσα του τον πόθο για την αλήθεια. Γι’ αυτό το λόγο, έψαχνε ευκαιρία να συναντήσει Αυτόν που είχε ακούσει: Τον Χριστό. Του δόθηκε, κάποτε, η ευκαιρία. Περνούσε ο Κύριος απ’ τα μέρη του, στο τελωνείο που καθόταν, του απευθύνει την πρόσκληση να Τον ακολουθήσει, και εκείνος πώς αντιδράει; Διαβάζουμε: «Τα παράτησε όλα και Τον ακολούθησε». Τον βλέπει ο Χριστός και του δίνει την ευκαιρία σωτηρίας, μεταβαίνοντας, μάλιστα, στο σπίτι του. Εκεί μαζεύτηκαν πολλοί τελώνες και αμαρτωλοί άνθρωποι.
Αξίζει να δούμε ορισμένα πράγματα. Αρχικά, διαβάζουμε στο ευαγγέλιο πως ο κόσμος και οι Φαρισαίοι διαμαρτυρήθηκαν: «Μα αυτός είναι αμαρτωλός. Πού πας;». Αυτοί ήταν οι «θεούσοι» και οι «πνευματικοί» άνθρωποι, υποτίθεται, που δεν εμβαθύνουν στα πράγματα και τα βλέπουν εξωτερικά. Έχουν χωρίσει τους ανθρώπους στους «έτσι» και στους «αλλιώς». Για το Θεό, όμως, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Οφείλουμε να ξέρουμε πως στον κάθε αμαρτωλό υπάρχει μέσα του ο πόθος για την αλήθεια, υπάρχει το φως μέσα του και η δυνατότητα αλλαγής. Ζούσε ο Ματθαίος όλη αυτή την πτώση του, αλλά είχε μέσα του την επιθυμία να συναντήσει τον Χριστό. Κανένας άνθρωπος, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, δεν χάνει μέσα του αυτή τη δυνατότητα: Να επιθυμεί τον Χριστό. Άρα, αν λέμε εμείς πως «είμαστε αμαρτωλοί και δεν είμαστε για τον Χριστό», είναι ανοησία.
Αυτός, λοιπόν, ο Ματθαίος είναι ένα πρότυπο για μας, αλλά και ένας άγιος της Εκκλησίας μας. Άρα, πώς σωζόμαστε; Αν διαφυλάξουμε στην καρδιά μας «ζωντανή» την επιθυμία για την αλήθεια. Εμείς μπορεί να είμαστε της Εκκλησίας, να κάνουμε όλα τα πνευματικά πράγματα, αλλά να μην έχουμε πόθο για συνάντηση με το Θεό. Όμως, ας σκεφτούμε κάτι απλό: Πώς ονομάζουμε το Θεό; «Καρδιογνώστη», μιας και βλέπει το περιεχόμενο της καρδιάς μας.Γι’ αυτό, τα εξωτερικά σχήματα είναι πολύ σχετικά. Δεν υπάρχει και λόγος να κατακρίνουμε κανέναν, διότι σίγουρα θα κάνουμε λάθος. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τα κρύφια κανενός ανθρώπου. Ένα πράγμα οφείλουμε να έχουμε: Το ήθος του Κυρίου μας, που θέλει όλοι να σωθούμε.
Επομένως, δεν φτάνει μόνο η μετάνοια. Χρειάζεται και η αγάπη του Κυρίου μας. Η αγάπη του Θεού μάς σώζει. Ούτε αυτή, όμως, φτάνει. Χρειάζεται και η δική μας συγκατάθεση. Όταν συνδυαστούν αυτά τα δύο, όπως λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τότε, «γίνεται η αλλοίωση του ανθρώπου». Αυτή η αγάπη του Θεού είναι που μας δίνει ελπίδα και κουράγιο να σηκωθούμε. Ο Χριστός μάς το λέει ξεκάθαρα: «Για σας τους αμαρτωλούς ήρθα στον κόσμο». Είναι ο πόθος του Θεού να σωθούμε. Εμείς χρειάζεται να «ενεργοποιήσουμε» τον εαυτό μας, παίρνοντας κουράγιο απ’ αυτό το λόγο του Κυρίου μας: Ότι δεν είναι δυνάστης και κριτής, αλλά πατέρας και θεραπευτής.
Αυτό θα γίνει όταν αποκτήσουμε απλότητα και ευρυχωρία μέσα στην καρδιά μας. Η «στενότητα» η δική μας δείχνει την αμετανοησία μας. Δεν έχει καμιά σχέση το φως και η πραγματικότητα του Θεού με αυτά τα «κουτάκια» και τους τακτικισμούς που έχει ο καθένας μας. Αν δεν γίνει μια βαθιά ανατροπή μέσα μας, ώστε να γίνουμε «άλλοι άνθρωποι», δεν υπάρχει φως και Χριστός. Ποια είναι η απόδειξη αυτού του πράγματος; Όταν έχουμε έμπρακτη μετάνοια. Διαβάζουμε για τον απόστολο Ματθαίο στο ευαγγέλιο: «Τα παράτησε όλα και Τον ακολούθησε αμέσως». Δεν φτάνουν μόνο τα λόγια και τα κλάματα. Όλοι τέτοια κάνουμε. Λέμε: «Αχ τι κάναμε;», πάμε στην εξομολόγηση, «σβήνει το κοντέρ» και πάμε να γράψει άλλα. Να φύγουν οι ενοχές δηλαδή. Βλέπετε το επίπεδο του σύγχρονου χριστιανού; Λέμε: «Είπα τις αμαρτίες και ξεφόρτωσα». Δεν πάμε να «ξεφορτώσουμε», αλλά πάμε να «φορτώσουμε» Χριστό και ν’ αλλοιωθούμε.
Η Εκκλησία δεν είναι χώρος απενοχοποίησης για να είμαστε πιο άνετοι, αλλά είναι η ικανότητα να συναντηθούμε με τον Χριστό. Όταν έρχεται ο τελώνης Ματθαίος και τα παρατάει όλα και Τον ακολουθάει, τι δείχνει αυτό; Όχι ότι απλώς μετανόησε σαν εμάς τους ανώριμους, αλλά ότι ήταν τόσο γεμάτος απ’ τον Χριστό που δεν είχε ανάγκη, πλέον, απ’ τα χρήματα και τα υλικά αγαθά. Αυτή είναι η έμπρακτη απόδειξη της μετάνοιας. Αυτά τα στοιχεία να κρατήσουμε μέσα μας: Την αγάπη για τον Χριστό και ότι όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε, όσο κι αν βρισκόμαστε στην προσωπική μας κόλαση, να κρατάμε «άσβεστο» τον πόθο μας για το Θεό. Μην ξεγελιόμαστε και θεωρούμε πως δεν είμαστε για το Θεό. Για το Θεό είμαστε. Μάλιστα, όσο πιο αμαρτωλοί, τόσο και καλύτερα ίσως. Πιθανότατα τότε έχουμε και περισσότερη συντριβή για να στραφούμε ολοκληρωτικά προς το Θεό.
Επομένως, η αληθινή μας μετάνοια θα φανεί από το τι επιθυμούμε από εδώ και πέρα. Ποιος είναι ο «θησαυρός» μας; Είμαστε έτοιμοι να τα πουλήσουμε όλα και να κρατήσουμε τον Χριστό; Αν είμαστε έξυπνοι, θα καταλάβουμε πως αν τα πουλήσουμε όλα για τον Χριστό, τότε, απολαμβάνουμε και τη ζωή και τον κόσμο.



