Γράφει ο Ορθοπεδικός Χειρουργός
Κωνσταντίνος Απ. Μεσιακάρης
ΟΡΙΣΜΟΣ
Ο εκτινασσόμενος δάκτυλος (trigger finger) αποτελεί μια πάθηση που αφορά τους τένοντες των δακτύλων. Συγκεκριμένα το δάκτυλο παρουσιάζει πόνο και δυσκολία στην κίνησή του και στα προχωρημένα στάδια παραμένει σε θέση κάμψης.
Αποτελεί μια παθολογία που μπορεί να προσβάλει όλα τα δάκτυλα, όπως επίσης και τον αντίχειρα (εκτινασσόμενος αντίχειρας).
ΑΙΤΙΕΣ
Η κύρια αιτία είναι η χρόνια καταπόνηση, η οποία και προκαλεί τοπική πάχυνση του τένοντα προς τη θέση της κεφαλής των μετακαρπίων. Εκεί βρίσκεται ο πρώτος κυκλοτερής καθεκτικός σύνδεσμος των δακτύλων, το Α1 Pulley. O διογκωμένος πλέον τένοντας δεν μπορεί εύκολα να διέλθει από τον καθεκτικό σύνδεσμο με αποτέλεσμα την έναρξη της συμπτωματολογίας.
Άλλα αίτια είναι η ιδιοπαθής στένωση του ελύτρου στα βρέφη, οι ορμονικές διαταραχές της γυναίκας και τα ρευματολογικά νοσήματα. Γι’ αυτό και συχνά παρατηρούμε την εμφάνιση εκτινασσόμενου δακτύλου στην εμμηνάρχη, στην κύηση, στη γαλουχία και στην εμμηνόπαυση.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ – ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της συμπτωματολογίας της νόσου είναι το φαινόμενο της «αναπήδησης». Ο διογκωμένος τένοντας δεν μπορεί να διέλθει από το σύνδεσμο. Συνήθως επειδή οι καμπτήρες μύες είναι πιο ισχυροί η κάμψη πραγματοποιείται. Έτσι στα αρχικά στάδια το φαινόμενο αυτό του μπλοκαρίσματος και της επακόλουθης απότομης εκτίναξης του δακτύλου παρατηρείται στην έκταση. Όταν η πάθηση προχωρήσει είναι δυσχερής και η κάμψη του δακτύλου.
Στα συχνότερα συμπτώματα συμπεριλαμβάνονται:
- Ψηλαφητό και επώδυνο μόρφωμα στη βάση του δακτύλου.
- Μάγκωμα του δακτύλου στην κάμψη και βίαιη αναπήδηση στην έκταση
- Οίδημα.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Πραγματοποιείται μέσω του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης. Είναι χαρακτηριστική η επώδυνη σκληρία στην παλάμη, λίγο πριν τη βάση των δακτύλων που ψηλαφούμε.
Άλλες εξετάσεις ή ακτινογραφίες δεν χρειάζονται.
ΕΞΕΛΙΞΗ
Η αυτόματη ύφεση παρατηρείται σπάνια. Συνήθως η πάθηση εξελίσσεται σταδιακά. Ο πόνος αυξάνεται και η δυσκαμψία και η παγίδευση κατά την τροχιά της κίνησης χειροτερεύουν.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Α. ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Η αρχική αντιμετώπιση περιλαμβάνει μια περίοδο ξεκούρασης και λήψη αγωγής με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Ταυτόχρονα μπορεί να πραγματοποιηθεί τοπική φυσικοθεραπεία και χρήση ειδικού νάρθηκα ακινητοποίησης.
Η αρχική θεραπεία συχνά δεν αποδίδει και κατόπιν έχει ένδειξη η προσπάθεια «διάσπασης» της θέσης διόγκωσης του ελύτρου με την έγχυση τοπικού αναισθητικού υπό πίεση. Η θεραπευτική αυτή προσέγγιση συμπληρώνεται με έγχυση κορτιζόνης ή με PRP. Μετά την έγχυση ο ασθενής οφείλει να ασκεί παθητική υπερέκταση του δακτύλου.
Εάν δύο εγχύσεις δεν καταφέρουν να λύσουν το πρόβλημα τότε έχει ένδειξη η χειρουργική θεραπεία.
Β. ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Εάν το δάκτυλο παραμένει σε κάμψη ενδείκνυται η χειρουργική αντιμετώπιση για την αποφυγή μιας μόνιμης δυσκαμψίας. Εκτός από την περίπτωση αυτή, η απόφαση για το χειρουργείο εξαρτάται από το πόσο επίμονα και ενοχλητικά είναι τα συμπτώματα για τον ασθενή μετά από αποτυχία της συντηρητικής θεραπείας.
Η επέμβαση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία. Γίνεται μια μικρή τομή περίπου 1 εκ. στην παλάμη κοντά στη βάση του δακτύλου. Στη συνέχεια διανοίγεται το έλυτρο και αποκαθίσταται η φυσιολογική κίνηση του τένοντα. Δεν χρειάζεται νοσηλεία. Η επέμβαση διαρκεί 15 λεπτά και το χέρι παραμένει δεμένο για 24 ώρες. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ο ασθενής επιστρέφει στις καθημερινές του δραστηριότητες.