Γράφει ο Δημήτρης Χατζηλίας*
Παραθέτουμε δημοσίευμα λεσβιακής εφημερίδας (Σάλπιγξ, φ. 4341/22-01-1926), που είναι αναδημοσίευση από την «Αθηναΐκή Εσπέρα» της προηγούμενης χρονιάς. Οι «μετακινήσεις» των δύο Ελλήνων αιχμαλώτων της Ανατολικής Τουρκίας (Ερζερούμ, Δυτική Αρμενία, Αμάσεια, Χαρπούτ, Μετζηντιέ, Διαρβεκίρης) που κατέληξαν στην Αττάλεια, στη Μεσόγειο, έγιναν (συνάγεται ότι έγιναν) τα έτη 1923 και 1924. Η αφήγηση έγινε όταν έφθασαν, αργότερα, στη Δράμα. Το χωριό Μετζηντιέ ίσως να έχει σχέση με το στρατιωτικό, ιππικό τούρκικο Τάγμα του Μετζηντιέ.
«Καταγόμεθα», είπαν, «από το Ερζερούμ. Ονομαζόμεθα Νέστωρ Βασίλογλου και Δαμιανός Κερέσογλου. Τας πρώτας ημέρας της αιχμαλωσίας μας απεστάλημεν, με άλλους πεντακόσιους, εις Αμάσειαν προς επισκευήν της μεταξύ Αμασείας και Αγκύρας δημοσίας οδού. Έξι μήνας εις τον δρόμον εκείνον. Από τους πεντακόσιους συντρόφους μας απέθανον εκ των κακουχιών, της πείνας και των παντοειδών βασανιστηρίων οι τριακόσιοι δέκα τέσσαρες.
Όσοι απομείναμεν απεστάλημεν, υπό συνοδείαν εφίππων στρατιωτών, εις το Χαρπούτ, όπου το 8ο τάγμα των αιχμαλώτων. Και διά να φθάσωμεν εκεί εδέησε να πεζοπορήσωμεν τριάντα επτά ολοκλήρους ημέρας με δριμύτατον χειμώνα, γυμνοί και πεινασμένοι. Εις τον δρόμον οι αιμοσταγείς έφιπποι κατεσπάθισαν τους πενήντα τρεις, διότι κατακομμένοι και εξαντλημένοι βραδυπορούσαν.
Εις το Χαρπούτ, όπου εφθάσαμεν οι υπόλοιποι μισοπεθαμένοι, μας διαμοίρασαν εις τα τσιφλίκια Τούρκων μπέηδων διά αγροτικάς εργασίας. Ημείς οι δύο εργαζόμεθα εις το τσιφλίκι του ΤεφήκΒέη, ο οποίος διατηρούσε και ολόκληρο χαρεμλίκι από Ελληνίδας και Αρμενίδας.
Μία νύχτα, έξι μήνες μετά την εγκατάστασίν μας, το χαρεμλίκι αυτό εξηφανίσθη διότι ειδοποιήθη καταλλήλως ο μπέης ότι θα έφθανε εκεί η επιτροπή ανταλλαγής. Ημείς, οκτώ εν όλω, μετεφέρθημεν διά αυτοκινήτου εις μίαν μεγάλην και ευθείαν χαράδραν, δέκα τέσσαρες ώρες από Χαρπούτ οπόθεν, μετά από δέκα πέντε ημέρας, αφού η επιτροπή ήλθεν, είδε και απήλθεν, μας εγύρισαν εις τα ίδια. Αργότερα μας διασκόρπισαν εις διάφορα χωρία διά την κατασκευήν νέων δρόμων.
Εις ένα χωρίο Μετζηντιέ, όπου εκρατούντο δέκα πέντε οικογένειες από τον Πόντον, παρευρέθημεν εις την ακόλουθον φρικιαστικήν σκηνή. Μια γυναίκα απατηθείσα υπό των Τούρκων, και ευρισκομένη εις τον ένατον μήνα της εγκυμοσύνης της ωδηγήθη την ημέραν του Μπαΐραμίου του 1924 εις το μέσον εικοσάδος διασκεδαζόντων στρατιωτών και εκγυμνωθείσα υπ’ αυτών εκτυπάτο με υποκοπάνους… Η δυστυχισμένη μάρτυς εγέννησε με φρικτούς πόνους νεκρόν θήλυ, αποθανούσα και αυτή την επαύριον.
Από Μετζηντιέ και Χαρπούτ, πεζοπορούντες, γυμνοί και νηστικοί, μεταφέρθημεν με άλλους διακοσίους εις την περιφέρεια Διαρβεκίρης. Εις τον δρόμον αυτόν εβλέπαμεν σειράν αγχονών με κρεμασμένους αδελφούς μας Μικρασιάτας και Ποντίους. Οι κρεμασμένοι εκαλύπτοντο με κόκκινη ρόμπα με μια άσπρη επιγραφή στο στήθος: «Βατανιμπιζίμχαΐνστερλή» (:) (προδόται της πατρίδος μας).
Τελευταίως μας μετέφερον εις Αττάλειαν και από εκεί κατωρθώσαμεν, ως Τούρκοι χωρικοί, να αποφύγωμεν τα βλέμματα των Τούρκων και εφύγαμεν με ατμόπλοιον γαλλικόν εις τον Πειραιά. Τ’ αφηγήθημεν όλα αρμοδίως».
Σε ερώτηση αν βρίσκονταν ακόμη αιχμάλωτοι ή όμηροι εις την Ανατολήν απάντησαν: «Το ολιγώτερον θα υπάρχουσι περί τους 3.000-4.000, εκτός εκείνων που εξετουρκίσθησαν βιαίως και ενυμφεύθησαν με μουσουλμανίδας».
Σημείωση: Στο Σκαλοχώρι υπήρχε ο Τούρκος ΤεφίκΒέη. Ανήγειρε, τη δεκαετία του 1880, στη συνοικία «Λουτρός» αρχοντικό, που ήταν από τα ωραιότερα τούρκικα της Λέσβου. Έφυγε από το χωριό αφήνοντας τη σύζυγό του Τεφικίνα, που και αυτή έφυγε πριν το 1923 (πριν την ανταλλαγή). Στο χωριό εθεωρείτο από τους πιο πλούσιους· δεν είχε, όμως, μεγάλη κτηματική περιουσία. Υπήρχαν πληροφορίες, παλιά, ότι είχε τσιφλίκι στο εσωτερικό της Τουρκίας. Πιθανόν, σκέπτομαι, να ήταν ο τσιφλικάς στο Χαρπούτ όπου δούλεψαν οι δύο αιχμάλωτοι, και μάλλον Πόντιοι, Έλληνες.
*Ο Δημήτριος Χατζηλίας είναι εκπαιδευτικός, πολιτικός επιστήμονας και νομικός.